www.nygma.gr - ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ (Ιστορίες)

Ο φίλος του 31/1/2001

Είχε κλείσει πεισματικά το στόμα του και δεν έλεγε να βγάλει κουβέντα. Όχι ότι είχε κάποιον να μοιραστεί το βάρος, αλλά ήταν αυτή η διάθεση που τον σκότωνε. Η κακή διάθεση που τον ανάγκαζε να κρατά την ανάσα του μέχρι σκασμού, ώσπου ερχόταν αναπόφευκτα ο βαθύς αναστεναγμός - που τόσο αρεσκόταν στο να ακούει μόνος του. Αυτή που ένιωθε ότι του κατέβαζε τα μούτρα μέχρι το πάτωμα τόσο, που δεν ήθελε να ανταμώσει άνθρωπο, ούτε να ανταλλάξει καν μια απλή κουβέντα. Γιατί τότε θα αναγκαζόταν να φορέσει τυπικά μόνο το ευγενικό του χαμόγελο για να μην ενοχλήσει τη διάθεση αυτών που δεν έφταιγαν. Και αυτό που τον πείραζε ακόμη περισσότερο ήταν ότι δεν ήθελε να ευτελίσει το μοναδικό πράγμα που ένιωθε πηγαίο πάνω του, το χαμόγελό του. Τώρα ήταν όμως βαρύς. Βαρύτερος από μολύβι. Το μόνο στο οποίο εναπόθετε τις ελπίδες του ήταν ο πόνος. Ο γλυκός πόνος της αυτοκυριαρχίας. Όχι μόνο είχε εξοικειωθεί, είχε πια φιλιώσει μαζί του. Τον αναζητούσε για να λυτρωθεί. Τον γύρευε για να επανέλθει. Και μετά… πίστευε στο χρόνο. Αυτός που του έφερνε τις πληγές, αυτός θα τις επούλωνε. Κι ας πόναγε στο μεταξύ. Είχε πληγώσει και είχε πληγωθεί. Είχε εγκαταλείψει και είχε εγκαταληφθεί. Πίστευε, από τη ζωή. Και είχε την ψευδαίσθηση ότι ήταν η πρώτη φορά. Η δυστυχία στον κόσμο ήταν πολύ μεγαλύτερη από τη δική του για να μεμψιμοιρεί, και αυτό το γνώριζε καλά. Κι όμως, διεκδικούσε το δικό του μερίδιο. Και αυτός ο κόσμος ήταν πολύ μικρός για να χωρέσει το δικό του ξεφύσημα. Θα ξεφύσαγε παντού για να το αποδείξει. Με αργά βήματα συνέχισε να περπατά στο σκοτάδι … πού; δεν ήξερε. Του άρεσε μόνο η αίσθηση της υγρασίας να κολλά στο παγωμένο πρόσωπό του, ενώ η αραιή και κοφτή ανάσα του στροβιλιζόταν σαν καπνός και μετά χανόταν. Ήταν κι αυτό μέρος της διαδικασίας που τον έκανε να νιώθει σαν πέτρα. Ρουφούσε όποια σκέψη του κατέβαινε που ταίριαζε με τη νύχτα και την οδηγούσε εκεί που πίστευε ότι θα τη λησμονήσει. Νόμισε πως ένιωθε ολοένα πιο δυνατός, πιο έτοιμος να τα αντιμετωπίσει όλα, πως το μυαλό του είχε καθαρίσει μετά από τόσο περπάτημα. Η αλήθεια ήταν ότι απλά νύσταξε. Σήμανε η ώρα να πάρει το δρόμο της επιστροφής. Εκεί που τον περίμενε το μοναχικό κρεβάτι του. Εκεί που ο Μορφέας θα διέψευδε τη δύναμή του, αλλά θα του χάριζε στοργικά την πίστη του, το χρόνο, χωρίς σκέψεις, χωρίς την παραμικρή νύξη για το αύριο. Κοιμήθηκε.

Γιώργος Βότσης
ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ (Ηλεκτρολόγος Μηχ. & Μηχ. Η/Υ ΕΜΠ)

Το άρθρο αυτό βρίσκεται δημοσιευμένο στην Πύλη www.nygma.gr
στη διεύθυνση http://www.nygma.gr/mag/articles/Article.asp?ar_id=14&ac_id=8