ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ
Αποκρυφισμός
 printer friendly version  -  στείλτε τη σελίδα με e-mail ]

Άποκρυφισμός 1/4/1997

Είχε πολλές φορές προσπαθήσει να βάλει τη ζωή του σε τάξη. Άλλη μια μέρα ξημέρωνε δίχως σκοπό, άλλη μια φορά εύρισκε τον εαυτό του χωρίς σχέδιο, ανέτοιμο να αντιμετωπίσει μία καθημερινότητα που τον έσπρωχνε σιγά-σιγά στην απελπισία.

Δεν είχε πιει πάλι καφέ, ούτε καν το πρωινό τσιγάρο δεν πρόλαβε και έπρεπε να φύγει για τη δουλειά. Θα έπρεπε να μοιάζει αξιολύπητος έτσι αξούριστος και άπλυτος (μόλις χθες του είχαν κόψει το νερό). Ανοίγοντας την εξώπορτα το μάτι του έπεσε στο καινούργιο ΝΥΓΜΑ γιατί του φάνηκε διαφορετικό από τα υπόλοιπα έντυπα που το περιστοίχιζαν (διαφημιστικά για πίτσες, τσόντες), κυρίως λόγω μεγέθους. Προφανώς ήταν των φοιτητών από δίπλα. Οι αλήτες έκαναν πάλι πάρτυ χθες το βράδυ (και μετά σου λέει επιστήμονες...).

Το εντυπωσιακό εξώφυλλο και η λέξη “Αποκρυφισμός” του τράβηξε την προσοχή. Είχε δοκιμάσει τα πάντα αλλά τίποτα δεν τον έσωζε από την μίζερη πραγματικότητα, ή μάλλον όχι δεν είχε δοκιμάσει τα πάντα: ποτέ του δεν πίστευε σε αυτές τις αηδίες. Μέντιουμ, επικοινωνία με τους νεκρούς, τηλεπάθειες, συμφωνίες με το Κακό. Βέβαια, για να φύγει από αυτήν την κατάσταση μέχρι και τη ψυχή του στο διάβολο θα πουλούσε.

Κατέβηκε στο δρόμο ξεφυλλίζοντας το περιοδικό. Προχώρησε προς τη στάση του λεωφορείου και αντίκρισε το γνωστό θέαμα. Γιαγιάδες, μαμάδες, μπαμπάδες, μαλλιάδες και λοιποί άδες στριμώχνονταν προσπαθώντας να πάρουν ευνοϊκή θέση κάτω από τη ρακέτα ώστε να μπουν πρώτοι στο παραγεμισμένο λεωφορείο το οποίο μόλις περνούσε χωρίς να σταματήσει καν. Θόλωσε. Το μάτι του γύρισε ακριβώς όπως του Ντέμιαν στην Προφητεία, το θρίλερ που έβλεπε χθες το βράδυ ενώ οι διπλανοί κάπνιζαν τα χόρτα της Πυθίας και έλεγαν τις δικές τους προφητείες. Όχι δεν θα πήγαινε στη δουλειά. Να πάει να γ. ο π. ο προϊστάμενος και ο κ. ο διευθυντής, που να πα και να ση...

Γύρισε στο σπίτι. Άνοιξε το πορτατίφ και άρχισε να διαβάζει...

Συνταγή πρώτη

Παίρνετε ένα καρβέλι ψωμί μπαγιάτικο 21 ημερών που να το έχουν δαγκώσει δύο θηλυκά ποντίκια και να το έχετε αγοράσει από φούρνο στο Παγκράτι του οποίου ο ιδιοκτήτης να έχει περάσει την ερυθρά (θάλασσα)...

Χρειάστηκε μόνο ένα τηλεφώνημα στον ιδιοκτήτη του φούρνου για να διαπιστώσει ότι το ψωμί που είχε ξεχάσει στο τραπέζι ήταν ιδανικό. Από τότε που είχε σπάσει η αποχέτευση, το σπίτι ήταν γεμάτο ποντίκια. Εύκολα βρήκε επίσης τα φτερά νυχτερίδας, τα αυγά σαύρας (υπήρξε συλλέκτης), τα εντόσθια κατσαρίδας (αυτό χρειάστηκε λίγη παραπάνω μαεστρία) και το γαλλικό κρασί του 1902 (δώρο του προπάππου του στη βάφτισή του). Μόλις το μίγμα έπαιρνε μία πρώτη βράση και αφού έλεγε τα κατάλληλα λόγια (Νon est allo bakouri) θα χτύπαγε το τηλέφωνο και θα ήταν η γυναίκα της ζωής του. Και ως εκ θαύματος το τηλέφωνο χτύπησε. Δεν πίστευε στ’αυτιά του. Αφού πληροφορήθηκε πως τον είχαν απολύσει και ότι δεν θα έπαιρνε καμία αποζημίωση, ξαναγύρισε στην κουζίνα σκεπτόμενος ότι πώς να τον έπαιρνε τηλέφωνο η γυναίκα της ζωής του, αφού η γραμμή ήταν κατειλημμένη από τον ηλ. τον προϊστάμενό του.

Είχε πάντως αναθαρρήσει. Δοκίμασε ξανά και ξανά τη συνταγή, προχώρησε και στις συνταγές για εύρεση χρημάτων στο δρόμο, για μεταφορά εκατομμυρίων στον προσωπικό του λογαριασμό, για αυτόματη πληρωμή των λογαριασμών ΔΕΗ, ΟΤΕ και ΕΥΔΑΠ, για εύρεση ταξί σε ώρα αιχμής στο κέντρο της Αθήνας, για πρόκληση θανάτου προϊσταμένου, φοιτητή στο διπλανό διαμέρισμα, κρεοπώλη που του χρωστάτε, σέντερ-φορ της αντίπαλης ομάδας.

Τα περισσότερα δεν πέτυχαν. Για κάποια από αυτά δεν μπορούσε να ήταν και σίγουρος εάν όντως είχε γίνει κάτι. Ένα πάντως ήταν σίγουρο: είχε βρει έναν διαφορετικό τρόπο να ψάχνει τα πράγματα και ήταν η τελευταία του ελπίδα. Θα προσπαθούσε μέχρι τέλους, άλλωστε δεν είχε τίποτα να χάσει.


Την επόμενη μέρα ξύπνησε με την ίδια χάλια διάθεση και χωρίς καφέ αφού μόλις χθες είχε πιει την τελευταία κούπα από το ληγμένο φακελάκι. Όμως το ΝΥΓΜΑ ήταν ακόμα εκεί. Προσπέρασε δήθεν αδιάφορα τις σελίδες με τα μαγικά φίλτρα (“ποιος πιστεύει σε αυτά;”) και σταμάτησε στην επίκληση πνευμάτων. Στην αρχή νόμισε ότι δεν θα πετύχαινε γιατί το μόνο ποτηράκι που του είχε μείνει ήταν ένα ραγισμένο πλαστικό. Στρώθηκε στη δουλειά. Ζωγράφισε πάνω στο πιάνο της γιαγιάς του τα 24 γράμματα της αλφαβήτου (ευτυχώς δεν πήγε τσάμπα το δημοτικό), τους 10 αριθμούς (ευτυχώς δεν πήγε τσάμπα το νήπιο) και δύο μεγάλα ΝΑΙ και ΟΧΙ. Το παιχνίδι ήταν για παραπάνω από έναν, όμως αυτό δεν ήταν πρόβλημα. Πήγε και χτύπησε δίπλα, στο Γιάννη Ξ. και τον Γιώργο Μπ. και σε λίγο οι τρεις τους ήταν καθισμένοι πάνω στο πιάνο με σβηστά τα φώτα, κλειστά τα παράθυρα (ζέστη, ανοιχτά παράθυρα κουνούπια), τους δείκτες των δεξιών τους χεριών στο ποτηράκι και μυαλά στα κάγκελα. Ο τύπος άρχισε να ψιθυρίζει τα ξόρκια του περιοδικού και στη συνέχεια αναφώνησε, ενώ ο Γιώργος και ο Γιάννης τον κοιτούσαν σαστισμένοι: “Ω πνεύματα του σκότους, μιλήστε μας. Χτυπήστε το Λα δυο φορές εάν είστε εδώ και μία εάν όχι”. Ένα συρτάρι άνοιξε στο χωλ, το κλειδάκι ταξίδεψε μέχρι το σαλόνι και έφτασε να ξεκλειδώσει το καπάκι του πιάνου. Ένα Λα ακούστηκε. “Δεν είναι κανείς εδώ”, είπε με απογοήτευση ο τύπος. Ξάφνου το ποτηράκι άρχισε να κινείται. Ο Γιάννης φώναξε “ποιος το κουνάει”. “Όχι εγώ”, είπε ο Γιώργος. Ο τύπος σάστισε. “Κι όμως κινείται”, είπε ο τύπος (δεν πήγε τσάμπα το γυμνάσιο). “Ας κάνουμε ερωτήσεις. Πώς με λένε;”, φώναξε. Το ποτηράκι κινήθηκε πάνω στα γράμματα σχηματίζοντας καθαρά τη φράση: “Μαλάκας είσαι; Δεν ξέρεις πώς σε λένε;”. “Ας το ρωτήσουμε κάτι πιο δύσκολο”, είπαν με μια φωνή ο Γιάννης και ο Γιώργος. “Ποιος είσαι, από πού έρχεσαι, τι δουλειά κάνεις, έχεις γκόμενα;”, ρώτησε ο τύπος. Το ποτηράκι αφού έκανε μερικούς κύκλους πάνω στο πιάνο σταμάτησε στο ΟΧΙ. “Σε ηλεκτρολόγο πέσαμε”, είπε ο τύπος και οι άλλοι δύο έπαθαν deja-vu. Στις επόμενες ερωτήσεις το πνεύμα παρέμεινε ασυγκίνητο. Καθώς ο Γιώργος και ο Γιάννης έφευγαν το πνεύμα έπαιζε στο πιάνο την Ενάτη του Μπετόβεν, ενώ ο τύπος έκανε την 20η τράκα για τσιγάρο μουρμουρίζοντας “ντα ντα ντα νταν, ντα ντα ντα νταν”.

Την επόμενη μέρα ξύπνησε με την ίδια χάλια διάθεση και χωρίς εικοσάρικο για να πάρει τηλέφωνο στη δουλειά του πως δεν θα πάει, αλλά μάλλον κάτι τέτοιο ήταν περιττό, αφού τον είχαν απολύσει. Το επόμενο κεφάλαιο ήταν αφιερωμένο στη Σολομωνική. Πετάχτηκε απέναντι στο δημοτικό και σε λίγη ώρα ζωγράφιζε στο πάτωμα μία πεντάλφα με την κιμωλία που είχε μόλις βουτήξει. Το ροζ χρώμα ήλπιζε πως δεν θα εξαγρίωνε το Κακό. “Έξω από την πεντάλφα είναι το Κακό. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να διασχίσετε τη γραμμή προς τα έξω κατά τη διάρκεια της τελετής μια νύχτα με πανσέληνο...”. Εκείνο το βράδυ όλα ήταν έτοιμα. Αυτός είχε στρογγυλοκαθίσει στο κέντρο της πεντάλφας και περίμενε το ρολόι να χτυπήσει δώδεκα. Διάβασε τις προσευχές “Dose mou tora na pio, plai sou na skototho...”. Περίμενε. Περίμενε λίγο ακόμα. Τον πήρε ο ύπνος. Μια φωνή τον ξύπνησε. Άνοιξε χουζούρικα τα μάτια του και διαπίστωσε ότι στο κρεβάτι ήταν ξαπλωμένη ημίγυμνη η Cindy Crawford.

“Έλα Παναγία μου” φώναξε και τα μάτια της Cindy έγιναν κόκκινα. “Καμ αν μπέιμπι, λετς φακ”, είπε αυτή αισθησιακά. Τρελάθηκε. Αυτός, ο αιώνιος μπάκουρος, ο άσχημος, ο άφραγκος, ο άπλυτος, ο κακομοίρης, που δεν σταύρωσε ούτε θηλυκή γάτα στη ζωή του, νάτος εδώ, χωρίς μία φωτογραφική μηχανή, να είναι ποθητός από την πιο όμορφη γυναίκα του κόσμου. Σηκώθηκε. Νάτος τώρα σηκωμένος. Πλησίασε προς το κρεβάτι. Την στιγμή που στο επόμενο βήμα θα βρισκόταν κοντά της, πρόσεξε τα όρια της πεντάλφας. Δεν έπρεπε να προχωρήσει. Και δεν προχώρησε. Η Cindy άρχισε να πετάει νωχελικά ένα-ένα τα εσώρουχά της. Νάτος τώρα σηκωμένος. Κάθισε κάτω. Βρισκόταν σε αδιέξοδο. Οι προσευχές είχαν πιάσει. Εάν δεν έβγαινε από την πεντάλφα μέχρι το πρωί, θα είχε την ευκαιρία να ζητήσει κάτι. Να κάνει μία συμφωνία με το Κακό. Και τώρα τι;

Αφού παρέλααν από μπροστά του όλα τα top models, όλες οι παιδικές του φίλες, η γραμματέας του αφεντικού στη δουλειά, ο προϊστάμενός του λέγοντας ότι εάν βγει προσλαμβάνεται σε θέση διευθυντού, κάποια στιγμή τα βάσανά του τελείωσαν. Δεν λύγισε. Μόνο όταν ήρθαν από δίπλα ο Γιάννης με το Γιώργο κερνώντας φραπέδες κινδύνεψε, αλλά συγκρατήθηκε. Λίγο πριν ξημερώσει, όλος αυτός ο κόσμος εξαφανίστηκε και μέσα από ένα σύννεφο ξεπρόβαλλε ένας κουστουμαρισμένος τύπος με κέρατα και τραγίσια ουρά.

  • Καλημέρα.
  • Μέρα.
  • Πώς πάει;
  • Πώς να πάει; Μέσα στην πεντάλφα μπάκουρος, έξω απ’την πεντάλφα μπάκουρος. Έχεις καμιά λύση;
  • Μμμμ...μπεεεε... Κάτι σε Cindy Crawford; Η μήπως σε Vana Barba; Έλα μαζί μου και θα’χεις ό,τι θες. Και τον Ρουβά άμα λάχει.
  • Τον Ρουβά; Ναι, αλλά δεν πρέπει να βγω έξω από την πεντάλφα.
  • Και γιατί όχι;
  • Γιατί έξω είναι το Κακό...
  • Σου κακοπάει, ε;
  • ...
  • Είσαι για μια αγοροπωλησία;
  • Πόσα;
  • Πέντε.
  • Τι πέντε;
  • Τι πόσα;
  • Ωραία, τι μου δίνεις;
  • Ό,τι τραβάει η ψυχή σου, αν μου τη δώσεις...

Σκέφτηκε για λίγο. Ήταν η μόνη ευκαιρία στην άχαρη ζωή του. Τίποτα δεν μπορούσε να πάει χειρότερα. Άκουσε τον κόκορα. Έπρεπε να πάρει μια απόφαση πριν ξημερώσει.


Το επόμενο πρωί όλα ήταν το ίδιο χάλια μόνο που του είχε τελειώσει και η ζάχαρη. Πήρε το ΝΥΓΜΑ στα χέρια του. “Τι μαλ... βλακείες είναι αυτές”. Τα επόμενα κεφάλαια μιλούσαν για βουντού, εξορκισμούς, UFO, ζόμπι και μάγους. “Σιγά μην κάτσω ν’ ασχοληθώ με όλα αυτά. Αφού όλα ψέματα είναι τελικά. Δεν πάω καμιά βόλτα να πάρω αέρα. Έπηξα τρεις μέρες εδώ μέσα”.

Ο καιρός ήταν αίθριος, η θάλασσα ελαφρώς ταραγμένη έως ταραγμένη, οι άνεμοι θα πνέουν από βόρειες διευθύνσεις ασθενείς έως μέτριοι και το βράδυ ισχυροί. Η θερμοκρασία αναμένεται να κυμανθεί από 3-43 βαθμούς. “Ωραία μέρα”, σκέφθηκε. Ένιωθε άλλος άνθρωπος κι ας ήταν άπλυτος και άφραγκος όπως πάντα. Καθώς χάζευε τα CD στο περίπτερο πάτησε κάτι σκληρό. Σκύβοντας διαπίστωσε ότι πατούσε πάνω σε ένα φουσκωμένο χαρτοφύλακα. Τον άνοιξε με περιέργεια και μέσα βρήκε 5,5 εκατομμύρια σε χαρτονομίσματα των χιλίων, 2 υπογεγραμμένες επιταγές των 253,2 εκατομμυρίων δολαρίων, 7 ρολόγια ρόλεξ, δύο δαχτυλίδια μονόπετρα, έναν υπολογιστή pentium-pro στα 200MHz με 2,5Gb σκληρό, 64Mb RAM, 15’’ οθόνη EIZO, laser εκτυπωτή, modem 33600 και δωρεάν σύνδεση στο Internet για ένα χρόνο, έναν αποκωδικοποιητή Filmnet, 4 δεκάδες ξυστό (άξυστες) και 5 CD του Καρρά. Σκέφτηκε ότι η τύχη του ίσως άλλαξε. “Καρράς; Ο αγαπημένος μου”. Δεν πίστευε σε αυτά, αλλά ίσως η τύχη πραγματικά να γυρίζει.

Την ώρα που έξυνε τα ξυστά διασχίζοντας το δρόμο και διαπίστωνε ότι χτύπησε jackpot, άκουσε δεξιά του απότομο φρενάρισμα και μία Ferrari τον ακούμπησε ελαφρά στον δεξί του γλουτό. “Θεέ μου” φώναξε η ξανθιά δίμετρη (χωρίς τακούνι), εντυπωσιακή και πληθωρική μοντέλα που πρόβαλλε από το σπορ αμάξι. Τα υπόλοιπα έγιναν όπως ακριβώς δεν τα περίμενε.

Ήταν μία ευτυχισμένη μέρα όπως όλες όσες ακολούθησαν τα αλυσιδωτά συμβάντα. Παντρεμένος με την υπέροχη ξανθιά, με δικιά του δουλειά, μετοχές στο χρηματιστήριο, σκάφος, εξοχικό, ελικόπτερο, υποβρύχιο. Χτύπησε το κουδούνι της βίλας. “Arthur, anoikse se parakalo tin porta”, είπε με προφορά στον μπάτλερ. Έβαλε ουίσκι και άναψε πούρο. “Αυτοί οι υπουργοί κάθε μέρα έρχονται τις πιο άσχετες ώρες”. “Σερ, ιτς φορ γιου. Ε μαν ις γουέιτινγκ ιν δε φροντ χωλ”.

Προχώρησε προς το χωλ. Ήταν χαλαρός. Ο τύπος που περίμενε στο χωλ δεν ήταν ο υπουργός, φυσιογνωμικά όμως κάποιον του θύμιζε.

  • Καλημέρα, είπε ο ξένος
  • Πώς πάει;
  • Πώς να πάει; Μέσα στην πεντάλφα μπάκουρος, έξω από την πεντάλφα πλούσιος...
  • Τι ’ναι αυτά που λέτε;
  • Ήρθα να εισπράξω την αμοιβή μου.
  • Την αμοιβή σου; Μάλλον κάποιο λάθος κάνετε.
  • Ήρθα να πάρω αυτά που μου χρωστάς.
  • Πώς τολμάτε; Arthur synodepse ton kyrio outdoors.
  • Έτσι, ε; Μπουαχαχα...μπε.
  • Ξάφνου κάτι άστραψε, ενώ η ζέστη έγινε αφόρητη. Την επόμενη στιγμή βρισκόταν μέσα σε ένα καζάνι, ενώ δίπλα του στεκόταν ο γνωστός κύριος.

  • Μα, τι έγινε; Τα σπίτια, τα αυτοκίνητο, το filmnet, ο Καρράς;
  • Φίλε μου, πάνω από όλα η συμφωνία.


Ο Γιώργος και ο Γιάννης έσπρωξαν τη μισάνοιχτη πόρτα και μπήκαν στο άδειο σπίτι του διπλανού. Πάνω στη ροζ πεντάλφα φάνταζε το τελευταίο τεύχος του ΝΥΓΜΑτος. Θυμήθηκαν το ποτηράκι και κατάλαβαν. “Ρε, ο κολλητός έμπλεξε με τις βλακείες που γράφαμε στο ΝΥΓΜΑ”, είπε ο Γιάννης. “Έτσι είναι, όταν δεν σέβεσαι ορισμένα πράγματα, ειδικά τα άγνωστα”, απάντησε ο Γιώργος...

Γιώργος Μπενέκος
ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ (Ηλ. Μηχ.& Μηχ. Υπολ. ΕΜΠ)
Άλλα άρθρα του
Γιάννης Ξηρουχάκης
ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ (διδάκτωρ τρομάρα μου...)
Άλλα άρθρα του

Σχολιασμός Άρθρου
( έχουν καταχωρηθεί ήδη 1 σχόλια )

Dr_Freud: eeeep! re atomo me kollhses to diavasa olo! wraia grafeis! ase egw den grafw kala kai 8elw na to pai3w kai syggrafeas, kalo grapsimo an kai polu xyma (mhpws auto travaei ton kosmo) (mallon) (14/9/2001)
[εισαγωγή σχολίου]
 printer friendly version  -  στείλτε τη σελίδα με e-mail ]

Σπίτι
Αποκρυφισμός
Προηγούμενο Επόμενο
Αναζήτηση 'Αρθρων
Σχολιασμός Άρθρου
Περιοδικό
   Editorials
   Sex
   Αθλητισμός
   Ακαδημαϊκά
   Αποκρυφισμός
   Αυτοκίνητο 2001
   Βία
   Γλώσσα
   Δραστηριότητες
   Εδώ Πολυτεχνείο (;)
   Εθνικά Θέματα
   Εικόνες
   Εκπαίδευση
   ΕΜΠ-ΕΠΙΣΕΥ
   Ενημερωτικά
   Επιστημ. φαντασία
   Έρευνα στο ΕΜΠ
   Ιστορίες
   Καθημερινότητα
   Κοινωνία
   Μ.Μ.Ε.
   Μόδα
   Παιδεία
   Ποιήματα
   Πολιτική
   Προσωπικά
   Σκέψεις
   Σκίτσα
   Τέλος εντύπου
   Τέχνες
   Τεχνολογία-Επιστήμες
   Φοιτ. Εκλογές `96
   Φοιτ. Εκλογές '95
   Χαβαλές
   Χαβαλές '96
   Χριστούγεννα '96
   Ψυχαγωγία
Μέλη
Ακαδημαϊκά
Επικοινωνία
Εκδρομές
Διασκέδαση
Σπίτι
Αποκρυφισμός
Προηγούμενο Επόμενο

ΝΥΓΜΑ ανλίμιτεντ σαμ ράιτς ρισέρβντ 1994-2099