www.nygma.gr - ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ (Ποιήματα)

Γι' αυτούς 20/5/2002

Κι όσοι τάχαμου προχωράνε και όλους εμάς μας πάνε
εκεί που τα κλειστά τους μάτια είδαν φως
μια λάμψη είδαν, κάτι σαν κεραυνός
μια επιφοίτηση που έλυσε μυστήρια που έχουν στο μικρό τους
το μυαλό τους και που στριμώχνουν τις πολλές τους
τις ιδέες τους και τις υπερβολές τους που εμείς όλοι
πρέπει να προσκυνούμε, ίσως για να μπορούμε να λάμψουμε μαζί τους
στο σκοτεινό κελί τους που είναι τόσο άδειο, στην μαύρη την ψυχή τους
μη βρίσκοντας κουράγιο,
ορθοπατούν, χωρίς ποτέ τους να δεχτούν
πως δεν αξίζουν, πως είναι λίγοι, παρατημένοι
κυνηγημένοι απ' τις σιωπές τους, από τις κρύες ενοχές τους
που τους γεμίζει το ταξίδι προς το δικό τους τέλος,
μα να τους διώξω ή να τους δώσω, το τόξο και το βέλος
μήπως και βρουν τον στόχο, μήπως και ανανήψουν
για να μπορέσουν να διανύσουν επιτέλους
τα τρία βήματα ζωής που όλοι κάνουν,
αλήθεια, αγάπη, μοναξιά που τους φοβίζουν, που τα τρέμουν
κι έτσι γκρεμίζουν συνέχεια και παντού
όσους δεν φτάνουν, όσους τ' αντέχουν.

Όμως, όλοι εμείς οι αυτόνομοι και οι συνειδητοί,
οι ιεράρχες της ηθικής, οι ανώνυμοι
που της μοίρας φως ήθελε να μένουμε αφανείς, μα οριστές
σαν τους ληστές, ας ξέρουν, πως κλέβουνε με βία λάφυρα ζωής
όλες μας οι ευχές'
Εμείς, ακούμε μουσικές που λένε κάποιοι ταπεινοί
που στέλνουν πίσω κι αφήνουν μόνους όσους ζητούν να βρούνε το κλειδί
σαν παραμύθι τελικά, σαν μυθωδία
σε κάθε νότα κρύβεται μια άλλη μελωδία και ήχοι που διασπώνται
σαν του ήλιου τις αχτίδες, πολύ-πολύ πρωί
ή λίγο πριν το βράδυ, ήχοι ανθρώπινοι
σαν κάποιος φτιάχνει το παραγάδι, άνθρωποι υπερηχητικοί
πίσω τους - μέσα τους κρύβουνε γίγαντες,
οι εναπομείναντες. Κάποιοι τους χλευάζουν,
δεν βλέπουν πως οι ίδιοι στα όνειρα τους γίναν θεατές
σε χώμα παλιωμένο σπείραν να φυτρώσει μια βουκαμβίλια
και μέσα από την γρίλια έκαναν να δουν την άνοιξη
δεν έχουν, δεν το βλέπουν, καμία ανάμιξη.
Ο χρόνος δεν αλλάζει, πάντα σωστά περνά
μπροστά απ' την σκηνή, αόρατα ταράζει το καθετί
κι αργά το ξεσκεπάζει στον θεατή και τον τρομάζει.
Ποιος από δαύτους να πιστέψει πως θάχει πια χαθεί
και η δική του η μορφή και η σκιά του θάναι αχνή
και η φωνή του πιο συρτή όταν θα καταλάβει
το έργο, τί ήθελε να πει κι αν τώρα αυτό χλευάζει που ρωτά
"μικρέ και λίγε, το πήγες ή σε πήγε;"

Δεν είσαι μόνος όταν ο χρόνος, πολλές σου ξημερώσει
μέρες μετά απ' ό,τι σ' ενοχλεί
νύχτες αφότου, στιγμές πιο λαμπερές
χωρίς συνήθειες βραδυκίνητες, μέρες ευέλικτες κι ευκίνητες
με πάθος δίχως προσμονή και μια φωνή, πάντα μια φωνή
που να μην πρέπει ν' ακουστεί για να σ' αγγίξει,
που δεν θα σε κουράσει,
μία μορφή με λόγια που ο χρόνος θα τα πει
σαν τ' άσπρα χνούδια στον αέρα που τόσο μοιάζουν
μι' αντάρα τυχοδιωκτική μες τα λεπτά του χρόνου
κι όλα τα σύννεφα του πόνου σκούπισαν τώρα πια καιρό
τα στεγνωμένα δάκρυα τους
και σαν ήρθαν, αλαργινά και ξεκομμένα
σαν περασμένα πεπρωμένα, λαχανιασμένα, από μακριά
φέραν μαζί τους πουλιά που αποδημούσαν
τα πότισαν αισθήσεις, ξένες, πλανεμένες
που έδιναν αέρα στα φτερά τους που διψούσαν
και ήρθε η ώρα, που ετούτος ο Νοτιάς παίρνει μαζί του,
τα λάφυρα του και τα δικά μας
είναι παράξενο που κάποιοι δε νοούν
τις αλλαγές στις εποχές, στα χρώματα, στα μάτια
τόσα αρώματα κομμάτια και σα να μην υπήρξαν
βροχές τα πνίξαν που δεν σταμάτησαν ποτέ,
ούτε αρχίσαν.

Αυτοί που πιάνουν πράσινο στα κόκκινα ταξίδια τους
αυτοί που μοιράζονται με άλλους τα παιχνίδια τους
κι αυτοί που γελάνε όπου κι αν πάνε
αυτοί που δεν τους νοιάζει αν πειράζει
αυτοί που μόνο ξέρουν το πόσο κι αν στ' αλήθεια υποφέρουν
αυτοί που δεν κρύβουν σε κούτες τα στολίδια τους
που ανάβουνε τσιγάρο και χαιρετούν τον γλάρο
που χάνουνε καράβια μα δεν ξεχνούν τα χάδια
αυτοί, που όσα θυμηθήκαν δεν έριξαν στην λήθη
αυτοί που μένουν μύθοι χωρίς να προσπαθήσουν
που κάνουν να ξεκινήσουν κι ας μην προφτάσουν
αυτοί που τόλμησαν να χάσουν δίχως να χαθούν
που έπεσαν να κοιμηθούν στην άμμο και στο χώμα
που ξύπνησαν στον ήλιο και το κύμα,
που πήγαν ένα βήμα μπροστά την εποχή τους,
δρομέα κάνοντας την ενοχή τους,
αυτοί που αγαπάνε
και όλο ρωτάνε με τα μάτια να τους πουν
πόσοι αετοί γελάσαν την μοναξιά τους
αυτοί που ανοιχτήκαν στα πέλαγα τους,
που ζουν τη μέρα
που γλιστρούν στον αέρα σα να πετάνε,
όλοι αυτοί στα όνειρα μας, μαζί μας πάνε
και τους ακολουθάμε
και μας ακολουθούν.

Thomas S.

Το άρθρο αυτό βρίσκεται δημοσιευμένο στην Πύλη www.nygma.gr
στη διεύθυνση http://www.nygma.gr/mag/articles/Article.asp?ar_id=554&ac_id=9