ΝΥΓΜΑ #1 - 24 Νοεμβρίου 1994

 

 

Μια συζήτηση που ποτέ δεν έγινε

 

Πριν από μερικές μέρες είχε διοργανωθεί μια συζήτηση στη Νομική σχολή της Αθήνας. Το πράγμα σίγουρα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και λόγω του επίκαιρου του θέματος (εθνικισμός) αλλά ακόμη περισσότερο λόγω του ότι οι προσκεκλημένοι ομιλητές ήταν αρκετά γνωστοί. Καλύτερα όμως να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, καταθέτοντας τα γεγονότα με κάθε δυνατή αντικειμενικότητα.

Η συζήτηση είχε διοργανωθεί από την παράταξη ΔΑΠ της Νομικής με θέμα : "Εθνικισμός, Πατριωτισμός ή αδιαφορία ; Από το Ρουβά ... στο Βρακά". Προσκεκλημένοι ομιλητές ήταν οι κ.κ. Γιαννόπουλος, Πολύ-δωρας, Ραφαηλίδης και Πλεύρης, ενώ συντονιστής της συζήτησης ήταν ο δημοσιογράφος Γ.Παπαδάκης. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συζήτηση είχε προβληθεί αρκετά από διάφορους φορείς και για το λόγο αυτό στο ακροατήριο μπορούσε κανείς να δει εκτός των φοιτητών (της Νομικής και άλλων σχολών) και πρόσωπα μεγαλύτερης ηλικίας, από τα οποία το αμφιθέατρο είχε κατακλυστεί από νωρίς. Ήταν φανερό ότι η παρουσία του κ. Πλεύρη, προσώπου ιδιαίτερα αμφιλεγόμενου, αν όχι επικίνδυνου, όπως πολλοί καταμαρτυρούν, θα αποτελούσε πηγή όξυνσης. Το γεγονός αυτό φάνηκε τόσο από την ανακοίνωση του Δ.Σ. των φοιτητών της Νομικής, που εξέφρασε την αντίθεσή του στην πρόσκληση του κ.Πλεύρη στη συζήτηση, αλλά ακόμη περισσότερο από τους συγκεντρωμένους φοιτητές (σε σημαντικό μέρος του Πολυτεχνείου) αριστερών παρατάξεων και όχι μόνο, οι οποίοι δήλωναν πως δε θα ανεχθούν να μπει και να συμμετάσχει στη συζήτηση ο κ.Πλεύρης. Τα άτομα αυτά είχαν επιλέξει, όπως φάνηκε αργότερα, να μην συμμετάσχουν στην ομιλία αλλά να μείνουν στην πόρτα διαμαρτυρόμενοι.

Παρόλα αυτά κάποια στιγμή όλοι οι προσκεκλημένοι όπως και ο συντονιστής έφθασαν και όλα ήταν έτοιμα να αρχίσουν. Εδώ ας σημειωθεί η προκλητική χειρονομία τύπου χαιρετισμού ηγέτη στην οποία προέβη ο κ.Πλεύρης κατά την άφιξή του στο αμφιθέατρο. Το γεγονός αυτό ηλέκτρισε την ατμόσφαιρα και οι διαμαρτυρίες εντάθηκαν. Αφού τέλος πάντων κατέλαβαν όλοι τις θέσεις τους στο έδρανο των ομιλητών, ο συντονιστής έκανε μια μικρή εισαγωγή κάνοντας παράλληλα εκκλήσεις για ηρεμία. Κατόπιν το λόγο έλαβε ο κ.Γιαννόπουλος και, πριν καλά καλά προλάβει να ξεκινήσει την εισήγησή του, η συζήτηση διακόπηκε βίαια. Η ομάδα των ατόμων που, όπως πρωτύτερα αναφέραμε, βρισκόταν στη μία πόρτα της αίθουσας, έκανε "δυναμική παρέμβαση" σπάζοντας την πόρτα και προχωρώντας σε συμπλοκές με κάποια άτομα που βρίσκονταν εκεί. Στη συνέχεια οι ομιλητές φυγαδεύθηκαν από την άλλη πόρτα ως κυνηγημένοι (αν και το επίθετο δεν ταιριάζει σε όλους εκ των ομιλητών). Kάπως έτσι έληξαν τα γεγονότα.

Τα γεγονότα όμως αυτά εγείρουν ερωτηματικά αλλά και οδηγούν σε συμπεράσματα ίσως πολύ περισσότερα, σαφέστερα και κρισιμότερα από ό,τι θα είχε η ίδια η συζήτηση αν είχε πραγματοποιηθεί. Η ομάδα των ατόμων, που δήθεν έδωσε ακόμα έναν αγώνα κατά του φασισμού, χωρίς αμφιβολία χρησιμοποίησε αποτελεσματικότατα την πρακτική του φασισμού, δημιουργώντας πλήθος από ερωτηματικά για το τι είδους δημοκρατία μπορούμε να έχουμε, αν κανείς, όσο κατακριτέος και αν είναι, δεν έχει το δικαίωμα να ομιλεί. Τίθεται υπό αμφισβήτηση το ελεύθερο της διακίνησης ιδεών και πραγματοποιείται ένα είδος λογοκρισίας το οποίο θυμίζει άλλες εποχές που θεωρούσαμε ότι ανήκαν στο παρελθόν.

Το ερώτημα είναι : έχει ή όχι το δικαίωμα μια φοιτητική παράταξη να καλεί όποιον νομίζει σε μια ομιλία που διοργανώνει; Δικαιούται ή όχι κανείς να παρουσιάζει τις απόψεις του όσο απαράδεκτες και αν είναι; Η απάντηση που μου δόθηκε σε σχετική ερώτηση προς τους συμμετέχοντες στην απαράδεκτη και επικίνδυνη για μένα ενέργεια είναι η εξής : "Αφού η δημοκρατία δε μας προστατεύει από τους φασίστες πρέπει εμείς να την προστατέψουμε". Όμως τι είδους δημοκρατία είναι αυτή που έχει ανάγκη από προστάτες ; Σε τι θα διαφέρει από τη δικτατορία ; Μία άλλη απάντηση που δέχθηκα ήταν η εξής : "Φίλε, εγώ αυτή τη στιγμή ασκώ τη δικτατορία του προλεταριάτου". Τη θέση αυτή απαξιώ να σχολιάσω επί της ουσίας. Θα αναφέρω μόνο ότι είναι μέσα στη λογική η οποία για πολλούς ευθύνεται για την αδυναμία της αριστεράς σήμερα να εκφράσει τον άνθρωπο στο βαθμό που θεωρητικά θα μπορούσε. Επιπλέον η θέση αυτή κάνει τους ακραίους της αριστεράς και της δεξιάς να συγκλίνουν.

Τα ερωτήματα παρατίθενται για τον προβληματισμό του αναγνώστη και όχι για την όξυνση της αντιπαράθεσης μεταξύ διάφορων φατριών. Το θέμα είναι πολύ κρισιμότερο απ’ ότι φάνηκε αρχικά και κατά τη γνώμη μου θα ήταν σκόπιμο να αποτελέσει απαρχή συζητήσεων για την επανατοποθέτηση όλων γύρω από τους θεσμούς και το πώς θεωρούν ότι πρέπει να λειτουργούν. Κλείνοντας, ξεκαθαρίζω ότι σε καμία περίπτωση δεν συμφωνώ με τις θέσεις του κ.Πλεύρη, αλλά και ότι ποτέ δεν θα συναινέσω σε εμπρηστικές ενέργειες. `Οπως είπε και ο Βολταίρος, μπορεί να διαφωνώ με τη άποψή σου, μα θα αγωνιστώ για το δικαίωμά σου να εκφράζεις αυτή την άποψη.

Κοτρώτσος Σεραφείμ