ΝΥΓΜΑ #24 - Δεκέμβριος 1996

 

Το Πολυτεχνείο ζει;

Όπως δυστυχώς είχαν εξελιχθεί τα πράγματα, ο εορτασμός του Πολυτεχνείου εδώ και μερικά χρόνια είχε μετατραπεί από γιορτή της Δημοκρατίας και των κοινωνικών οραμάτων σε θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων με αντιπάλους ή συμμάχους, πάνω απ' όλα ηθοποιούς, την αστυνομία, τους φοιτητές, τους γνωστούς-αγνώστους (αναρχικούς, χρυσαυγίτες, ασφαλίτες, χαβαλέδες, τα ονόματα δεν έχουν σημασία), τις πρυτανικές αρχές, τα κανάλια, τους ρομαντικούς, την πολιτεία, την κοινωνία ολόκληρη. Κάθε χρόνο, στις 18 του Νοέμβρη, μετρούσαμε υλικές ζημιές, ανθρώπινες απώλειες, τελικά και πάνω απ' όλα ηθικές ζημιές και απώλειες. Συνείδηση όλων είχε γίνει ότι αυτό το ρεζιλίκι πρέπει να σταματήσει, ειδικά μετά τα περσινά επεισόδια, που τραγικό αποτέλεσμα είχαν την καταστροφή του κτιρίου της Πρυτανείας του Μετσόβιου και την σύλληψη μισής χιλιάδας ατόμων.

Έτσι, φτάσαμε στο φετινό εορτασμό που όλοι μας συμμετείχαμε σ'αυτόν ή έστω παρακολουθήσαμε. Στις 18 του μήνα, είδαμε πρυτανικές αρχές, αστυνομία, πολιτεία να ανταλλάσσουν μεταξύ τους φιλοφρονήσεις για την απουσία επεισοδίων. Πραγματικά, φέτος, μετά από πολύ καιρό, ο εορτασμός ήταν "κόσμιος". Όμως, ποιο τελικά ήταν το τίμημα; Να τεθούν σε πολεμική ετοιμότητα 15.000 (ολογράφως δεκαπέντε χιλιάδες) αστυνομικοί, φερμένοι στην Αθήνα από κάθε γωνιά της Νότιας Ελλάδας, να νεκρώσει η πόλη για τρεις ημέρες, θυμίζοντας στους παλιότερους άλλες εποχές, που καλύτερα εμείς οι νεότεροι να μη ζήσουμε και, τελικά, αυτό που κατ’ ευφημισμόν μόνο θα έπρεπε να καλείται "εορτασμός" να αφήσει σε όλους μια πικρή γεύση.

Το θέμα λοιπόν που ανακύπτει είναι να αναλογιστούμε τι φταίει τελικά και φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. 'Ίσως η απάντηση να δοθεί αν σκεφτούμε πως το επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε για να νομιμοποιηθεί στα μάτια του κόσμου όλη αυτή η κατάσταση ήταν το εξής: αφού κανείς δεν μπορεί να περιφρουρήσει το άσυλο, μια και όλοι, ή σχεδόν όλοι, φεύγουν από το Πολυτεχνείο μετά την πορεία, τότε ας αδειάσουμε, κύριοι, το Πολυτεχνείο, ας κλείσουμε τις πόρτες κι ας αφήσουμε την αστυνομία να κάνει το καθήκον της, προσέχοντας να μη μπει κανείς μέσα. Με άλλα λόγια, έγινε ό,τι έγινε για περιφρουρηθεί το άσυλο.

Το επιχείρημα τούτο φαίνεται εκ πρώτης όψεως λογικό. Ωστόσο, μια δεύτερη ανάγνωση θα δείξει πως μόνο λογικό δεν είναι. Το πανεπιστημιακό άσυλο δεν έχει νόημα όταν τα Πανεπιστήμια είναι άδεια, μια και αυτό ορίζεται ως ελευθερία διακίνησης ιδεών και περιορισμός του δικαιώματος των μηχανισμών καταστολής να ελέγχουν τις ιδέες που διακινούνται. Γίνεται, όμως, ελεύθερη διακίνηση ιδεών όταν το Πανεπιστήμιο είναι άδειο και η αστυνομία δεν επιτρέπει σε κανέναν να μπει μέσα; Νομίζω πως το παράδοξο είναι προφανές: ενώ θεωρούμε πως η είσοδος της αστυνομίας στο χώρο του Πολυτεχνείου αποτελεί παραβίαση του ασύλου, πιστεύουμε πως δεν παραβιάζεται το άσυλο αν εκκενωθεί το Πολυτεχνείο και το φράξουν από γύρω-γύρω μερικές χιλιάδες αστυνομικών. Στο όνομα του ασύλου, λοιπόν, παραβιάζεται το άσυλο. Στο όνομα του εορτασμού γίνεται η κηδεία του. Στο όνομα της ελευθεριότητας περιορίζεται η ελευθερία. Κι ας μη μιλήσουμε για το αν είναι ζωντανό το περίφημο πνεύμα του Πολυτεχνείου. Αν οι εορτασμοί των προηγούμενων χρόνων το σκότωσαν, ο φετινός, όπως εξελίχθηκε, έβαλε από πάνω του την ταφόπλακα. Το μέχρι φέτος φάντασμα από του χρόνου θα βρικολακιάζει, για να μας θυμίζει την υποκρισία, την ευθυνοφοβία και το έλλειμμα αξιών που μας διακρίνει.

Το συμπέρασμα επομένως που θα πρέπει να βγάλουμε, αν τα πράγματα μείνουν ως έχουν, είναι ότι το Πολυτεχνείο δε σημαίνει σήμερα πια τίποτα και πως η φοιτητική κοινότητα, απούσα και υποτιμώντας τον εαυτό της, αρκείται σε γενικές συνελεύσεις-σοου και ομφαλοσκοπεί, αντί η ίδια να πάρει την κατάσταση στα χέρια της. Νωθρή και αποσυντονισμένη, λειτουργεί σαν να πιστεύει πως το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να λιτανεύει κάθε χρόνο μια αιματοβαμμένη σημαία, αντί να απαιτεί από τον εαυτό της να ξαναποκτήσει όραμα και να παλέψει για να το υλοποιήσει. Μοιάζει να πενθεί για την χαμένη αθωότητα των βολεμένων σαραντάρηδων γονιών της, αντί να προσπαθεί, κι ας αποτύχει, να προχωρήσει πιο μπροστά.

Κι όμως, τα πράγματα μπορούν να φανούν τελείως διαφορετικά, αν οι φοιτητές πρώτοι απ’ όλους σκεφτούν, απαλλαγμένοι από τα απαρχαιωμένα δημοκρατικά αντανακλαστικά που μας κατατρύχουν από την εποχή της μεταπολίτευσης, πως Πολυτεχνείο σημαίνει κυρίως το δικαίωμα και την απαίτηση ο καθένας ελεύθερα να εκφράζεται και να αγωνίζεται για την πίστη του για μια καλύτερη κοινωνία. Κι αντί κάθε χρόνο στις 17 του Νοέμβρη να γίνεται αυτή η λιτανεία της σημαίας προς την αμερικάνικη πρεσβεία κυνηγώντας χίμαιρες, αυτή η σημαία να κρεμαστεί στην πόρτα, την ανοιχτή πόρτα του Πολυτεχνείου και όλοι οι συνοδοιπόροι να μαζευτούν εκεί και να μη φύγουν, για να διαδηλώσουν την πίστη τους για μια δημοκρατική και ελευθερόφρονη κοινωνία. Αντί το αισχρό θέαμα των 15.000 αστυνομικών γύρω από άδειους τοίχους, να δούμε 105.000 χιλιάδες φοιτητές και πολίτες να γίνονται φορείς του δικαιώματος να εκφράζονται ελεύθερα, ξεχειλίζοντας το Πολυτεχνείο. Κι αν κάποιοι πουν πως αυτά είναι ρομαντισμοί και δεν εφαρμόζονται στην πράξη, μια και οι ιδεολογικές αντιθέσεις είναι πάρα πολλές και αγεφύρωτες, ας αναλογιστούμε πως αυτό που πρέπει κυρίως να χτυπηθεί είναι η αδιαφορία και η παθητικότητα. Αν κάτι πρέπει να σημαίνει για μας σήμερα το Πολυτεχνείο, αυτό είναι κοινωνική επαγρύπνηση. Γιατί πολλά είναι αυτά που δεν έχουν ακόμη κερδισθεί και ακόμη περισσότερα είναι εκείνα που ακόμη διακυβεύονται. Ίσως αυτό να είναι και το όραμα, για το οποίο πρέπει να αγωνιστούν οι φοιτητές, να "νύξουν" την κοινωνία να ξυπνήσει.

Κι αν στην απίθανη περίπτωση που κάποιοι παρεκτραπούν μέσα στο Πολυτεχνείο τεθεί το δίλημμα ναι ή όχι στην είσοδο της αστυνομίας, η απάντηση είναι προφανής: ναι. Πέρα από οποιοδήποτε νομικό επιχείρημα στηριγμένο στο υπάρχον νομικό καθεστώς, κανείς δεν δικαιούται να αμαυρώνει συλλογικές δράσεις και γι'αυτό πρέπει να απομονώνεται. Κι αν υποθέσουμε πως οι ταραξίες είναι "εγκάθετοι του παρακράτους" (ιδού το απαρχαιωμένο αντανακλαστικό που λέγαμε), καλή ευκαιρία είναι να μάθουμε επιτέλους αν αυτό είναι αλήθεια ή όχι.

Ο καιρός δεν περιμένει. Του χρόνου θα είναι η τελευταία ευκαιρία να δώσουμε πάλι στον εορτασμό του Πολυτεχνείου το χαμένο του νόημα, ώστε να τιμήσουμε όπως τους αξίζει εκείνους που τότε θυσιάστηκαν για τα ιδανικά τους, για να μπορούμε εμείς σήμερα να αερολογούμε για το άσυλο και την προστασία του ΕΛΕΥΘΕΡΑ. Κι αν και πάλι δεν τα καταφέρουμε, τότε ας μην κατηγορούμε κανένα για το τι θα συμβεί. Θα είμαστε άξιοι της μοίρας μας. Και το πνεύμα εκείνο το περίφημο του Πολυτεχνείου θα πορεύεται άμοιρο, περιμένοντας άλλους, πιο υπεύθυνους, να το αναστήσουν.

Κυριακογιαννάκης Στέλιος

2ο έτος Νομικής Αθηνών