ΝΥΓΜΑ #27 - Μάρτιος 1997

 

Θα είχε και αφιέρωση, αλλά όλοι μας, καμμιά φορά,

απεμπολούμε το δικαίωμά μας για μια τουλάχιστον αφιέρωση.

Η σιωπή είναι παρουσία. Είναι το ήμισυ του παντός, ίσως. Σε οδηγεί σε απίστευτα μονοπάτια, όταν την αφήσεις ελεύθερη. Σε κάνει πουλί και πετάς σε ατμόσφαιρες που κανείς δεν μπορεί ν' ανακαλύψει. Σου αποκαλύπτει όλα όσα έζησαν και δεν έζησαν οι άνθρωποι, τα ζώα, το χώμα, το νερό, η θάλασσα, ο ήλιος, οι χώροι, τα πράγματα. Δώρο της είναι η σοφία -και στο προσφέρει σεμνά, λίγο λίγο, ακροπατώντας να μη σε τρομάξει και φύγεις μακριά, με λεπτές κινήσεις των δαχτύλων, έτσι όπως κάνουν οι Ινδές χορεύτριες... Σου προσφέρει τα μάτια της, τα διάφανα σαν νερό, όπου καθρεφτίζονται τα γεγονότα, σε όλες τους τις διαστάσεις. Κι αποκτάς ξαφνικά, χωρίς να το καταλάβεις, υπερφυσικές ιδιότητες, μετά από πολύ κόπο, μετά από πολύ πόνο και φθορά και σπατάλημα...

Έτσι θα ξεκινούσε ο «Φανός» αυτού του μήνα, το περιεχόμενό του θα είχε να κάνει μ' ένα γλυκοχάραμα, αρχές του καλοκαιριού του 1996, στην ταράτσα μιας πολυκατοικίας στη Γλυφάδα, με συνομιλητή την ιδιοκτήτρια -νεαρά ύπαρξη- και με θέα, μακρινή αλλά σταθερά όμορφη και σίγουρη, τον αναλάμποντα φανό της Ψυτάλλειας, στην είσοδο του στενού της Σαλαμίνας, μία αναλαμπή κάθε 15 δεύτερα, κάθε μέρα όλες τις μέρες του χρόνου, όλα τα χρόνια, το φανό απ' όπου πήραν και τον τίτλο τους αυτά τα κείμενα. Εκείνο το γλυκοχάραμα με τις φράσεις-κλειδιά της Μ.Μ. (διαβάζεται ΜιΜή, αλλά, ευτυχώς ή δυστυχώς, δεν είναι) «τι θέλεις εσύ, αυτό έχει σημασία», «με ποια κριτήρια;», «μετά από τόσα χρόνια, τ' αφήνεις όλα;», που μιλούσαμε για την αλήθεια και το ψέμα, για το πόσο εύκολο είναι να γίνεις ψεύτης όταν δεν μπορείς να κάνεις ό,τι είπες και ό,τι υποσχέθηκες. Στο δρόμο όμως, δεσποινίς Μ.Μ., μας πρόλαβαν οι εξελίξεις, ο φανός άλλαξε μορφή αλλά όχι και νόημα και η τότε σιωπή, μερικούς μήνες αργότερα, σήμερα, έγινε «Ιστορία για παιδιά μεταδιδακτορικής ηλικίας και λίγο μεγαλύτερα» ή «Όταν η Έρευνα αποκτά υφαλοκρηπίδα».

Η ιστορία της Έρευνας, και μιλάω ειδικά για την Έρευνα στην Ελλαδάρα, μοιάζει με την ιστορία του ελληνοτουρκικού ψυχρού πολέμου στο Αιγαίο. Μια ιστορία όπου μια αλατισμένη λίμνη, που κατά μια άποψη ανήκει στα ψαράκια της, γίνεται σημείο τριβής (και καλό είναι να μην ξεχνάει κανείς την επικινδυνότητα που απορρέει από τους νόμους της Φύσης περί τριβής), μαζί με τα μίλια γύρω από τα νησιά της και κυρίως με αυτό που έχει από κάτω και χρόνια το ακούγαμε άλλοι σαν υφαλοκρηπίδα και άλλοι σαν υφαλοτρυπίδα κι ο καθένας μας έδινε μια δικιά του ερμηνεία στο τι μπορεί να σημαίνει αυτή η λέξη, ανάλογα με το πώς την άκουγε.

Η Έρευνα, η άνευ ορίων και ακτών θάλασσα, η άλλοτε αλμυρή, άλλοτε ξινή, άλλοτε γλυκιά κι άλλοτε πικρή. Η Έρευνα που κατάντησε το κάλυμμα μιας αδιάκοπης, έως πότε, ροής χρημάτων, χρημάτων που πάνε -λέει- για την αμοιβή των υπηρετούντων της. Όλη η ιστορία άρχισε να κοινοποιείται, άσχετα από το πότε είχε αρχίσει να γράφεται, μέσα από εφημερίδες και άρθρα καθηγητών, πνευματικών ανθρώπων -έτσι τουλάχιστον νόμιζε και συνεχίζει να νομίζει η μάνα μου κι ο πατέρας μου- που στον ελεύθερό τους χρόνο, αποφάσισαν να γίνουν κριτές και πολλές φορές τιμωροί των «ερευνητικών εγκλημάτων». Αυτών που αποφάσισαν να ξεσκεπάσουν τους «νταβατζήδες» των δικτύων -επιτέλους Internet στον παππού και τη γιαγιά-, τους «πραματευτάδες» της γνώσης, τους «καταστηματάρχες» των ινστιτούτων και τους «γενικούς διευθυντές» των Α.Ε.Ι-ινστιτούτο-φορεόκαιάλλακαλά Α.Ε.

Παραμερίστηκε ή υποβαθμίστηκε οποιαδήποτε «εσωτερική διαδικασία», εκτός φυσικά από τις κρυφοκουβεντούλες και τα κρυφοχωσιματάκια σε διαδρόμους, γραφεία και γενικά δεξιά κι αριστερά. Μπαμ και κάτω στις εφημερίδες, να μην μπορείς κυριακάτικα -μια που μεσοβδόμαδα προσπαθείς να βγάλεις το ψωμάκι σου και δεν διαβάζεις εφημερίδα και άρα δεν θα γίνει θόρυβος και δεν θα σηκωθεί κουρνιαχτός- να πιεις τον καφέ σου με την ησυχία σου. Να μην μπορείς να κάτσεις στο τραπέζι με την οικογένειά σου το μεσημέρι γιατί το τηλέφωνο χτυπάει και πέφτει το κουτσομπολιό της αρκούδας και η σχετική και απαραίτητη διερεύνηση «γιατί το είπε αυτό;», «ποιόν εννοεί;», «πω πω από αύριο θα γίνει της αυτηνής» -καημένη «αυτηνή», όλα εσύ τα πληρώνεις.

Κάθε σκέψη -κι αυτό δεν είναι κακό-, κάθε επίκριση -επίσης δεν είναι κακό-, κάθε προσωπική εμπάθεια -αυτό είναι κακό-, βγήκε κι έγινε άρθρο εν ονόματι της έρευνας, της ανάπτυξης, του εκσυγχρονισμού μα και της κάθαρσης. Τελικά η Ελλάδα τείνει να γίνει η πιο καθαρή χώρα, παστρικιά που λέει και η Μ.Μ. Σχεδόν όλοι σε τούτη τη χώρα, τα τελευταία ιδιαίτερα χρόνια, ασχολούνται με την κάθαρση, τονίζοντας ότι η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά και εξαλείφοντας σχεδόν την πιθανότητα η άλλη μισή να είναι η βρωμιά.

Παραμερίστηκε η ατέρμονη συζήτηση για τις κατευθύνσεις της Έρευνας και τη χάραξη ερευνητικής πολιτικής, ίσως γιατί έγινε γρήγορα αποδεκτό ότι αυτά είναι θέματα για τα οποία δεν μας πολυπέφτει λόγος, ο λόγος ανήκει στον «χρηματοδότη». Παραμερίστηκαν οι εργάτες της έρευνας, οι σκαπανείς, ρομαντικοί και ταγμένοι ή απλά καλοί, τίμιοι και ευσυνείδητοι επαγγελματίες, οι άνθρωποι που ζούνε από την έρευνα και μερικοί απ' αυτούς ζούνε για την έρευνα. Ουδείς ασχολήθηκε μαζί τους, κανείς δεν τους ενημέρωσε, κανείς δεν είδε τα αντικειμενικά τους προβλήματα. Είναι πολύ εύκολο να πεις ότι η έρευνα δεν πληρώνεται και να καθαρίσεις.

Πληρώνεται και παραπληρώνεται, κύριοι αρθρογράφοι. Πληρώνεται με προβολή. Πληρώνεται με δελτίο παροχής υπηρεσιών. Πληρώνεται με θέσεις-κλειδιά ή αντικλείδια στους εμπλεκόμενους με την έρευνα μηχανισμούς. Πληρώνεται με θέσεις στην πολιτική ζωή του τόπου. Πληρώνεται με μικρούλες εταιρίες, μαϊμούδες και μη. Πληρώνεται με αντισταθμιστικά οφέλη, ήτοι συνεργασίες στο μέλλον με μεγάλες εταιρίες, οι οποίες δεν είναι απλά μαϊμούδες, είναι μπαμπουίνοι που πηδάνε από κλαρί δημοσίων έργων σε κλαρί επιδοτούμενων έργων ανάπτυξης υποδομής και εκσυγχρονισμού. Πληρώνεται με παράθυρα στα κεντρικά, αλλά όχι στα απόκεντρα, δελτία ειδήσεων, με «συνεντεύξεις» που κυκλοφορούν σε δισκέτες 2 η ώρα το πρωί στα πιεστήρια των εφημερίδων. Ενίοτε δε, πληρώνεται και με διδακτορικούς τίτλους σπουδών μαζικής παραγωγής.

Ανοίξατε μεγάλη πληγή, ξεχνώντας ότι ουδείς αναμάρτητος και στην απίθανη περίπτωση που κάποιος τέτοιος υπάρχει, είναι ο μοναδικός που έχει το δικαίωμα να πετάξει πρώτος την πέτρα. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, τουμπεκί ψιλοκομμένο, συγγνώμη και για την έκφραση αλλά εγώ απλά γιατρός-μηχανικός είμαι και ουδόλως ερευνητής, ποσώς δε πνευματικός άνθρωπος.

Κι αν ανοίγατε την πληγή, προκειμένου να την καθαρίσετε, καλώς πράξατε και ουδέν μεμπτόν. Ανοίξατε όμως την πληγή στο όνομα της Έρευνας κι αυτό ήταν το λάθος. Η Έρευνα σαν έρευνα ούτε πληγή είναι, ούτε, κατά συνέπεια, καθάρισμα θέλει. Καθάρισμα θέλουν οι κακομούτσουνοι, «νταβατζήδες» της έρευνας, είτε δημόσια εκπαιδευτικά ιδρύματα είναι αυτά, είτε ινστιτούτα, είτε Α.Ε., είτε Ε.Π.Ε., είτε ό,τι άλλο, Μήτσοι και Κίτσοι, μας προκύψουν αργότερα.

Η Έρευνα είτε σας αρέσει είτε όχι, είναι μια ζεϊμπεκιά. Είναι ένα εσω-κοίταγμα, είναι αυτοσυγκέντρωση, είναι μέτρημα ψυχής και νου, είναι αργό στριφογύρισμα στις μύτες των ποδιών και στις πατούσες και στη συνέχεια ξέσπασμα και χτυπήματα δυνατά πάνω στα 9/8 για να εξωτερικευτεί ό,τι μαζεύτηκε στο μυαλό και στην καρδιά. Το ζεϊμπέκικο είναι μυσταγωγία και γι’αυτό δεν έχει βήματα, παραμένει αιώνια ένας αυτοσχεδιασμός. Το ζεϊμπέκικο είναι ιερό, είναι δυο χέρια με βεργούλες, μια συννεφιασμένη Κυριακή που πέφτουν της βροχής οι στάλες στη φυλακή του Κοεμτζή.

Ποιος είναι αυτός που τη μια μέρα, πάντα μέσα από τις εφημερίδες των κουπονιών, των προσφορών και των μικρών αγγελιών, παρουσιάζει με περηφάνεια το ύψος των διαθεσίμων ενός διαχειριστικού οργάνου και μετά από λίγο καιρό εμφανίζεται, φυσικά και πάλι μέσα από τις εφημερίδες, ως καταγγέλων «αδελφό σωματείο» για, επιεικώς, «ανομίες» του δικού του διαχειριστικού οργάνου κι ενίοτε έχει το θράσος να το καταγγέλλει ανώνυμα ή μέσα από «συνεντεύξεις» και συνεντεύξεις. Θα έλεγα και για τέτοιας μορφής δημοσιογραφία τίποτε, αλλά νομίζω ότι με κάλυψε ο «ανθός των δηλώσεων» περί «δημοσιογράφων και δημοσιογραφίας», πρώην πρόεδρος της ΠΑΕ ΑΕΚ κ. Μ. Τροχανάς.

Ανοίξαμε την πληγή μας έξω στον κόσμο, πριν καλά καλά μάθουν οι «εντός των τειχών» ποια είναι αυτή. Όχι βέβαια ότι την έμαθαν αυτοί που είναι «απ' έξω», απλά τη μύρισαν καθώς άνοιγε. Αν ήταν ραδιόφωνο ένα τραγούδι θα ταίριαζε απόλυτα, έτσι εξαιρετικά αφιερωμένο: «Για τα λεφτά τα κάνεις όλα / για τα λεφτά δε μ' αγαπάς / μα θα’ρθει κάποτε η ώρα / που πάλι εμένα θα ζητάς». Εσείς, οι πατέρες της μόρφωσης και της έρευνας, βγάζετε τα μάτια σας και τ' άπλυτά σας, εν ονόματι της έρευνας. Τι είναι λοιπόν, κύριοι, πνευματικοί άνθρωποι το κυρίαρχο στη σκέψη σας; Η έρευνα ή το χρήμα;

Αν είναι η έρευνα, πόσο μεγάλη σημασία έχει το ποιος την κάνει, το ποιος είναι ο διαχειριστής των κεφαλαίων διενέργειας και ενίοτε τελεσφόρησής της; Υπάρχει νόμιμη και παράνομη έρευνα στα τεχνολογικά ιδρύματα;

Αν είναι το χρήμα, αφήστε την έρευνα στην ησυχία της. Συνεχίστε να οργανώνετε ομάδες και ομαδούλες φοιτητών που απαγορεύουν την είσοδο των δύο τρίτων των πρυτανικών αρχών σε κτίριο του Πολυτεχνείου, ούτε του ενός είναι το κακόμοιρο το κτίριο ούτε του άλλου, «φτύνοντας» κατάμουτρα υπερήλικες συναδέλφους τους. Συνεχίστε να οργανώνετε ομάδες και ομαδούλες ανθρώπων «αγνώστων λοιπών στοιχείων» που φροντίζουν με τις εικαστικές τους παρεμβάσεις στους τοίχους να εξωθούν σε επαγγελματικό αφανισμό τις ομάδες των «γνωστών αγνώστων» που ανά τακτά χρονικά διαστήματα παρεμβαίνουν εικαστικά στους τοίχους του ιδρύματος. Συνεχίστε να δίνετε τη δική σας εννοιολογική υπόσταση στη λέξη ίδρυμα. Συνεχίστε να αντιμετωπίζετε τους προπτυχιακούς σας, τους διπλωματικούς σας και τους μεταπτυχιακούς σας ως «εργάτες», «μαύρους» και «ινδούς».

Είναι αρκετά ύποπτο κύριοι διαχειριστές της έρευνας το γεγονός ότι ξεσκίζετε τα ρούχα σας για το ποιος διαχειρίζεται τα χρήματα της έρευνας και δεν ξεσκίζεστε για το ποιος την κάνει, ποιος φέρνει τα περιβόητα προγράμματα.

Είναι τόσο γλυκά αυτά τα διαθέσιμα; Μέσα στο ίδρυμα και οι δύο μηχανισμοί διαχείρισης δεν λειτουργούν με τον ίδιο τρόπο; Έτσι τουλάχιστον εμφανίζονται και θα είναι πραγματικά κολάσιμο αν ένας από τους δύο έχει δικό του τρόπο.

Είναι τόσο δύσκολο -βαρέθηκα να ψάχνω όμορφες και «άπονες» λέξεις να εκφράσω αυτό που με ξυνίζει μέσα μου- να βγείτε και να πείτε φόρα παρτίδα εντός κι εκτός των τειχών, αλλά κυρίως εντός -αυτό είναι το καθήκον σας-, ότι μειουμένων των διαθεσίμων μειώνεται η δύναμη προβολής και εξασφάλισης ίδιων οφελών του διαχειριστή;

Πιστεύετε ότι έξω βγάλατε κανένα διαφορετικό πρόσωπο από τους κάθε λογής χορτάτους πολιτικούς που αγωνίζονται με νύχια και με δόντια για την κουτάλα, τη χρυσή κουτάλα. Ξεχάσατε τον Αγάθωνα; Εδώ είναι κι αυτός:

Τον άρχοντα τριών δεί μέμνησθαι

πρώτον μεν ότι ανθρώπων άρχει

δεύτερον ότι κατά νόμους άρχει

τρίτον ότι ουκ αεί άρχει

Αιδώς και ήθος, τείνουν να γίνουν αγνώστου περιεχομένου λέξεις στο ίδρυμα. Αχ και να ήξερες καλή μου Μ.Μ. τι άφησα για να είμαι εδώ, επειδή όλοι ήθελαν κάτι κι εσύ ειδικά ήθελες να με βλέπεις εδώ και ν' ακούς μουσική.

Κλείνοντας, ανακοινώστε μας, έστω και μέσω εφημερίδων, τι έγινε και έπεσε τόση ησυχία τον τελευταίο καιρό; Τέλειωσαν τα πολεμοφόδια; Κουράστηκαν οι «μαχητές»; Είναι μήπως περίοδος ανασύνταξης; Μήπως αρχίσαμε να δουλεύουμε; Θα ρωτούσα μπας και τέλειωσε ο πόλεμος, αλλά χλωμό μου φαίνεται. Άμα είχε τελειώσει, όποιο κι αν ήταν το αποτέλεσμα, όπως συνηθίζεται στην Ελλάδα, όλοι θα πανηγύριζαν.

Γιώργος Κρητικός

Δρ. Πολυ-τεχνίτης