ΝΥΓΜΑ #9 - 25 Μαίου 1995

 

Οι καλοκαιρινές περιπέτειες του Θανασάκη

 

Γειά σας, είμαι ο Θανασάκης και είμαι πεντέμιση χρονών. Για μένα το καλοκαίρι είναι η αγαπημένη μου εποχή. Μου αρέσει, γιατί πηγαίνω για μπάνιο στη θάλασσα και μου αρέσει πολύ να κάνω μπάνιο στη θάλασσα. Πηγαίνω με τον μπαμπά και τη μαμά σε ένα μέρος που λέγεται Ζούμπερη. Το όνομα δεν μου αρέσει και πολύ, αλλά εκεί από τότε που ήταν μικρή η μαμά έχει ωραία θάλασσα. Παίρνουμε πρωί-πρωί το λεωφορείο που γράφει "Θαλάσσια μπάνια στο Ζούμπερη" και κάνουμε ώρα να φτάσουμε. Στο λεωφορείο δεν περνάω καλά, γιατί έχει πολύ κόσμο. Έχει κάτι χοντρές κυρίες, που με ζουπάνε και με σπρώχνουν, επειδή είμαι μικρός. Επίσης, φωνάζουν στη μαμά μου και της λένε: "Πάρε κυρά μου το παιδί σου να κάτσει κανένας άνθρωπος!" και μετά κάθονται αυτές και μας κολλάνε στο τζάμι και όλο κουνιούνται, γιατί δεν χωράνε στα καθίσματα και τα μπούτια τους κρέμονται από την καρέκλα. Μετά από λίγη ώρα που αρχίζουν να ζεσταίνονται μυρίζουν όπως μυρίζει ο θείος Βρασίδας όταν παίζουμε μπάλα και ιδρώνει. Επειδή εγώ δεν τις χωνεύω, όποτε μπορώ ζαλίζομαι και κάνω εμετό και μετά αυτές φωνάζουν που μυρίζει. Μέσα στο λεωφορείο υπάρχουν και μικρά παιδάκια που πολλές φορές αρχίζουν να κλαίνε και είναι μερικοί κύριοι που τότε αρχίζουν να φωνάζουν τον οδηγό. Δεν μπορώ όμως να καταλάβω πως γίνεται όλους τους οδηγούς να τους λένε "Ηρώδη".

πόδι

Μετά από πολλή ώρα φτάνουμε στο Ζούμπερη. Εκεί πάλι με σπρώχνουν, γιατί η πόρτα είναι μικρούλα και όλοι βιάζονται να βγουν πρώτοι και να πιάσουν καλη θέση για την ομπρέλα τους. Αφου καταφέρουμε να βγούμε από το πούλμαν, πηγαίνουμε κοντά στη θάλασσα και στριμώχνουμε την ομπρέλα μας δίπλα στις υπόλοιπες. Οι χοντρές κυρίες βάζουν τα καρπούζια που κουβαλάνε μαζί τους μέσα στη θάλασσα και τα κάνουνε μπάνιο. Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί το κάνουν αυτό. Όταν πάω να μπω στη θάλασσα μου φωνάζουν να μην πατήσω το καρπούζι τους και το πάρει η θάλασσα. Όταν όμως δεν με βλέπουν εγώ πάω και του βγάζω τα βότσαλα που έχουν γύρω-γύρω. Πριν μπω στη θάλασσα παίρνω την κουλούρα μου. Μετά μου αρέσει να παίζω και να κολυμπάω. Με τσαντίζουν όμως οι γιαγιάδες που κάθονται στα ρηχά και περπατάνε στη θάλασσα φορώντας τα μεγάλα και παρδαλά καπέλα τους, επειδή μου λένε συνέχεια να πάω παρακεί γιατί τις βρέχω, λες και δεν είναι βρεγμένες μέσα στο νερό! Με τσαντίζουν και κάτι άλλες που όλη την ώρα ξαπλώνουν στην πετσέτα τους και παστώνονται με κρέμες και όταν μπαίνουν στη θάλασσα βρωμάει αντηλιακό. Η μαμά, που κάθεται έξω και διαβάζει τα περιοδικά της, κάθε τόσο μου φωνάζει χωρίς να κοιτάει: "Θανασάαακη, μην πας στα βαθιά!!!" και εγώ φωνάζω δυνατά: "Ναι, μαμάαα!!!". Όσο η μαμά διαβάζει τα περιοδικά της, ο μπαμπάς φοράει τα μαύρα γυαλιά του και χαζεύει τις κοπέλες που είναι ξαπλωμένες κοντά στην ομπρέλα μας. Νομίζει ότι δεν καταλαβαίνω, αλλά τον έχω δει αρκετές φορές να περπατάει κοντά τους ρουφώντας την κοιλιά του. Αυτές συνήθως φοράνε κάτι μαγιό που ο θείος Βρασίδας κάθε φορά λέει: "Τι να σου κάνω, που είμαι γέρος άνθρωπος, αλλιώς θα έβλεπες!".

Αφού, όπως λέει ο μπαμπάς μου "ξελυσσάξω", μαζευόμαστε όλοι κάτω από την ομπρέλα και τρώμε τα φαγητά που έχουμε πάρει από το σπίτι. Συνήθως έχουμε κεφτεδάκια, ντομάτες, τυρί και πατάτες τηγανητές. Από όλα αυτά μ' αρέσει να τρώω μόνο τα κεφτεδάκια και η μαμά μου φωνάζει. Οι ντομάτες δεν μου αρέσουν, γιατί είναι ζεστές και πατηκωμένες. Ούτε το τυρί μου αρέσει, γιατί πάντα από τη ζέστη είναι ιδρωμένο, όπως οι χοντρές κυρίες στο λεωφορείο. Οι πατάτες έχουν κρυώσει και είναι για πέταμα. Μου αρέσει όμως να τις πετάω στην τσάντα της κυρίας που κοιμάται στη διπλανή ψάθα. Αφού φάω, μου αρέσει να βάζω τη μάσκα μου και να κάνω βουτιές, αλλά η μαμά μου φωνάζει να βγω, γιατί θα πνιγώ. Ο μπαμπάς πάντα της λέει: "Άσε Ουρανία το παιδί να σκληραγωγηθεί". Μετά αυτή του λέει πως καλά έκανε η μάνα της και της έλεγε να μην τον παντρευτεί, γιατί είναι αχαϊρευτος και μετά αυτός της λέει πως η μάνα της είναι γριά-φώκια και να μην ανακατεύεται στα οικογενειακά του και θα μεγαλώσει τον γιο του όπως θέλει και δεν θα τον κάνει λελέ. Εμένα μου αρέσει όταν γίνεται αυτό, γιατί με ξεχνάνε και μπορώ να κάνω βουτιές!

Μετά, αφού ο μπαμπάς σταματήσει να τρώγεται με τη μαμά, κάνει παρατήρηση στον διπλανό κύριο που έχει δυνατά το ραδιόφωνο και ακούει, όπως λέει η μαμά, σκυλοτράγουδα. Όταν ο κύριος δεν το χαμηλώνει, ο μπαμπάς του λέει: "Κλείσε ρε ταρίφα το ραδιόφωνο! Αν θες να τ' ακούσεις αυτά να πας στην εθνική οδό". Μερικές φορές γίνεται μεγάλη φασαρία και έχει πολλή πλάκα. Έχει τύχει να πέσει και ξύλο, αλλά τελικά ο μπαμπάς μου τα βρίσκει με τους υπόλοιπους. Τότε πιάνει κουβέντα με μερικούς από τους κυρίους που βριζότανε. Συνήθως μιλάνε για το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ και λένε ότι "όλοι είναι το ίδιο και όλοι κοιτάζουν τον λουφέ τους" (τι περιέργη λέξη!) και ότι "οι πολιτικοί δεν είναι ικανοί να λύσουν τα οικονομικά, τα κοινωνικά και τα εθνικά προβλήματα". Πολλές φορές διαφωνούν για το ποιό κόμμα έχει κάνει τα περισσότερα σκάνδαλα. Απ' όσα λένε εγώ καταλαβαίνω πως όταν μεγαλώσω θα ψηφίσω τον μπαμπά μου που λέει πάντα: "Με κάνεις, κύριε, εμένα πρωθυπουργό, να δεις πως τα λύνω τα προβλήματα σε ένα μήνα!".

Οι υπόλοιποι κύριοι, εκείνη τη στιγμή αρχίζουν να φωνάζουν και να λένε πως αυτοί έχουν την καλύτερη λύση για όλα τα προβλήματα και όχι ο μπαμπάς μου. Εγώ, όμως, δεν τους πιστεύω, γιατί η μαμά λέει πως ο μπαμπάς έχει πάντα δίκιο.

Αφού λύσουν όλα τα προβλήματα της χώρας, αρχίζουμε να μαζεύουμε τα πράγματά μας για να φύγουμε με το πούλμαν, που αρχίζει να κορνάρει. Τα φαγητά που έχουν περισσέψει τα θάβουμε στην άμμο, γιατί όπως λέει η μαμά και ο μπαμπάς: "θα γίνουν λίπασμα". Το ίδιο κάνουν και οι άλλοι και οι κυρίες με τα καρπουζόφλουδα. Ο μπαμπάς μου, όμως, λέει πως είναι γύφτοι και πως λερώνουν την παραλία. Αυτό μάλλον το λέει επειδή τα καρπουζόφλουδα δεν θα γίνονται λίπασμα. Μια φορά μας είχε κάνει κάποιος παρατήρηση για τα φαγητά που θάβαμε και ο μπαμπάς μου τον ρώτησε αν είναι δικιά του η παραλία και τον νοιάζει. Αυτό δεν κατάλαβα γιατί το είπε. Ίσως νόμισε ότι είχε βάλει και εκείνος λίπασμα. Στο γυρισμό τα πράγματα είναι πιο ήσυχα, γιατί όλοι έχουν ζαβλακωθεί από τον ήλιο και πέφτουν για ύπνο. Φασαρία γίνεται μερικές φορές που κάποια παιδάκια βάζουν τα κλάμματα και πάλι κάποιοι φωνάζουν στον οδηγό, στον κύριο Ηρώδη δηλαδή, ή όταν ο οδηγός βάζει ραδιόφωνο. Μετά από αρκετή ώρα φτάνουμε πάλι στην Αθήνα και το πούλμαν μας αφήνει κοντά στο σπίτι.

Κάπου εδώ τελειώνει η ιστορία που σας γράφω τόση ώρα. Παρακάτω δεν έχει πλάκα. Απ' ότι ξέρω δεν περνάνε καλά μόνο στο Ζούμπερη, αλλά υπάρχουν και άλλα μέρη όπως η Λούτσα ή η Κερατέα, αλλά εκεί δεν πρέπει να έχει τόσο ωραία θάλασσα! Ελπίζω να σας δω καμμια μέρα. Θα τα πούμε κάτω (αυτό είναι κλεμμένο)!

Τάσος Τάσκαρης

Σ.τ.Α. Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα ή καταστάσεις είναι εντελώς τυχαία (;).