Στο forum του νύγματος σχετικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις άνοιξε ένας ενδιαφέρον διάλογος σε σχέση με τις ένοπλες δυνάμεις και τη θητεία. Στο παρακάτω κείμενο προχωράω το διάλογο αυτόν, στην προσπάθειά μου να εκθέσω μια άλλη οπτική γωνία, την οποία έλαβα από τη μέχρι τώρα θητεία μου στο Πολεμικό Ναυτικό. Σε πολλά σημεία του κειμένου αναφέρομαι ευθέως σε ζητήματα που έχουν θιγεί στο συγκεκριμένο forum.
Καταρχήν θέλω να τονίσω, ότι το σχήμα:
Βύσματα Α --> Αεροπορία
Βύσματα Β --> Ναυτικό
Αμελητέα βύσματα --> Στρατός
δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα σε τέτοιο βαθμό όσο έχει περάσει. Όντας με μετάθεση εδώ και κάποιο διάστημα στο Πεντάγωνο, ήρθα σε επαφή με αρκετό κόσμο και από τα τρία σώματα. Συμπέρανα ότι σε όλα τα σώματα υπάρχουν οι εξαφανισμένοι βυσματίες, ενώ παράλληλα σε όλα τα σώματα υπάρχουν και αυτοί που πιέζονται. Και δε μιλώ σε συγκριτικό επίπεδο, αλλά σε απόλυτο. Οι αναλογίες μάλιστα των ευνοημένων και των μη δεν είναι ιδιαίτερα διαφορετικές από σώμα σε σώμα.
Δεύτερο στοιχείο που θέλω να καταθέσω είναι σχετικώς με τη μείωση της θητείας και την έλλειψη προσωπικού. Πριν καταταγώ, ομολογώ ότι συμμεριζόμουν την άποψη του skrem σχετικά με το άστοχο της μείωσης. Συνεχίζω και σήμερα να πιστεύω ότι η απόφαση πάρθηκε καθαρώς για μικροπολιτικούς λόγους, ωστόσο έχοντας δει τα πράγματα από μέσα, δεν μπορώ πλέον να αποδέχομαι τη θέση περί έλλειψης προσωπικού από άτομα θητείας. Σε καμιά περίπτωση δεν ισχύει κάτι τέτοιο, καθώς το προσωπικό παρά τις μειώσεις παραμένει κατά τη γνώμη μου υπεραρκετό.
Αυτό που υπάρχει σε τεράστια έκταση είναι κατασπατάληση ανθρωποχρόνου. Οι ένοπλες δυνάμεις αποτελούν το πλέον γραφειοκρατικό και δυσκίνητο τμήμα του δημοσίου, με αποτέλεσμα να αναλώνουν απίστευτα μεγάλο αριθμό ανθρωποωρών σε σχέση με τις υπηρεσίες που επιτελούν. Οι ένοπλες δυνάμεις χρειάζονται επειγόντως ένα business reengineering και να είστε βέβαιοι ότι αν κάτι τέτοιο γίνει από ανθρώπους που γνωρίζουν, το αποτέλεσμα θα είναι εντυπωσιακό, τόσο σε επίπεδο οικονομικό, όσο και σε επίπεδο επιχειρησιακής ικανότητας.
Ο θεσμός της θητείας, γίνεται κάπως περίεργα αντιληπτός από το σύστημα. Καταρχήν σε καμιά περίπτωση δεν έχει ως στόχο την εκπαίδευση των πολιτών σε θέματα αμύνης. Όπως όλοι γνωρίζουμε η εκπαίδευση στο στρατό διαρκεί από δυο μέχρι το πολύ τέσσερις μήνες. Όλο το υπόλοιπο διάστημα εκπαίδευση πρακτικά δεν υφίσταται. Αλλά ακόμα και στο σύντομο σχετικά διάστημα της εκπαίδευσης (βασικής και ειδικότητας), ο ρυθμός είναι εξαντλητικά αργός και επίπεδος, βασιζόμενος στην αγνώστου προελεύσεως υπόθεση ότι ο μέσος κληρωτός είναι καθυστερημένος. Είμαι βέβαιος ότι το σύνολο των θεμάτων εκπαίδευσης θα μπορούσαν να περάσουν στο μέσο νέο σε λιγότερο από 3 εβδομάδες.
Πέραν του αμυντικού καθήκοντος, το σύστημα θεωρεί ότι ο νέος που έρχεται να κάνει θητεία είναι – ας μου επιτραπεί η φράση, δεν έχω τίποτε με τους ανθρώπους – ο αλβανός του συστήματος. Ακόμα και ο πιο εξειδικευμένος επιστήμονας σε κάποιο τομέα στον οποίο μπορεί να έχει και ανάγκες ο στρατός, είναι συχνά υποχρεωμένος να αναλώνεται κάνοντας από τον αγγαρειολόγο μέχρι τον μεταφορέα. Καταρρέει έτσι και ο μύθος ότι η θητεία προσφέρει στο στρατό εξειδικευμένους επιστήμονες με χαμηλό κόστος. Ούτε αυτό ισχύει δυστυχώς. Και δεν ισχύει γιατί το αρτηριοσκληρωτικό σύστημα δεν έχει τις δομές έτσι ώστε να αξιοποιήσει το δυναμικό που περνάει από τα χέρια του. Έτσι φθάνει στο σημείο να σπαταλάει πρόσωπα που αν χρειαζόταν να τα προσλάβει θα του κόστιζαν αρκετά χρήματα, για εργασίες που θα μπορούσε να του εκτελέσει ένας ανειδίκευτος με χαμηλότατο κόστος.
Ίσως αν οι κληρωτοί αμείβονταν σύμφωνα με τα προσόντα τους, αυτό να υποχρέωνε το σύστημα να τους αξιοποιεί ανάλογα. Αλλά το πρόβλημα δεν είναι μόνο στους κληρωτούς. Ούτε καν οι μόνιμοι δεν αμείβονται σύμφωνα με τα προσόντα τους. Οι ένοπλες δυνάμεις φθάνουν στο ρεζίλι σε πολλές περιπτώσεις να αμείβουν τους διοικητές μονάδων με χαμηλότερο μισθό από ότι πλήθος υφισταμένων τους, οι οποίοι απλώς τυχαίνει να έχουν 3-4 χρόνια περισσότερης υπηρεσίας στο σώμα.
Οι ένοπλες δυνάμεις χρειάζονται μια τεχνοοικονομική μελέτη που να αποτιμά τα πάντα όσα ξοδεύουν και όσα παράγουν, έτσι ώστε να υπολογίζονται τακτικά κάποιοι δείκτες που να ποσοτικοποιούν την παραγωγικότητά και αποτελεσματικότητά τους. Σήμερα δε γίνεται ποτέ ταμείο, οπότε στις ένοπλες δυνάμεις το μόνο που ενδιαφέρει είναι να μην εκτεθούν αν κάτι δεν πάει καλά σε κάποια στιγμή (ατύχημα, επιθεώρηση, κρίση κλπ.) και να διατηρούν τις δαπάνες τους (ανεξαρτήτων αν είναι εξοπλισμοί ή λειτουργικά έξοδα) σε κάποιο ποσοστό του προϋπολογισμού. Τώρα αν καθημερινά κτυπάνε κουνούπια με μπαζούκας, αν αδειάζουν τα τασάκια των τραίνων αναποδογυρίζοντας τα βαγόνια, αν σπαταλούν εκατομμύρια ανθρωποώρες για πράγματα που μπορούν να γίνουν ευκολότερα και αποτελεσματικότερα, αν διαθέτουν στρατιές από αργόμισθους που αναμένουν επί δεκαετίες υπομονετικά την αποστράτευση δίχως να δικαιολογούν την παρουσία τους ... για αυτά κανείς από τους ιθύνοντες δεν ενδιαφέρεται.
Κι ακόμα κι αυτός που θα κάνει θητεία και θα περάσει το εξάμηνο στον Έβρο, γιατί μετά θα πρέπει να έρθει για άλλον ένα χρόνο να ξύνεται σε κάποιο αστικό στρατόπεδο; Δεν υπάρχουν καλύτερα πράγματα να κάνει στη ζωή του;
Θα πρέπει να επαναπροσδιοριστεί το όλο σύστημα και εν συνεχεία και ο ρόλος του φαντάρου. Αποφάσεις βιαστικές δε λύνουν το πρόβλημα. Σε ένα σύστημα απαράδεκτο, το να μειώσεις ή να αυξήσεις τη θητεία δε λέει τίποτε. Το να φέρεις και χίλιους μόνιμους οπλίτες ακόμα λιγότερο αλλάζει τα πράγματα. Για τους περισσότερους από αυτούς τους νέους επαγγελματίες οπλίτες το μέλλον διαγράφεται να περιλαμβάνει αργομισθία με βάθος χρόνου. Η ευθύνη δεν είναι δικιά τους σε καμιά περίπτωση. Η ευθύνη είναι στην ηγεσία, τόσο την ένστολη όσο και την πολιτική. Ο σημερινός υπουργός υποτίθεται ότι είναι και εκσυγχρονιστής, ας προχωρήσει σε τομές. Χρειάζεται γενναία μεταρρύθμιση και αναδιοργάνωση από πλευράς δομών, κανονισμών, στόχων και μεθόδων. Ειδάλλως το αδιέξοδο θα διαιωνίζεται, τα προβλήματα θα ανακυκλώνονται και οι ένοπλες δυνάμεις μας θα παραμένουν πολλά χρόνια πίσω από την σύγχρονη κοινωνία.